Creep Record



Η Creep Records ήταν η πρώτη ελληνική ανεξάρτητη εταιρία, και ιδρύθηκε το 1982 από τον Μπάμπη Δαλίδη. Παρόλο το ότι το έργο της Creep ήταν μικρό σε όγκο, σήμερα είναι συναισθηματικά ανεκτίμητο. Από τη δισκογραφία της Creep πέρασαν κάποια γκρουπ που έχουν μείνει σταθμοί στην underground σκηνή της χώρας μας, όπως: οι Yell-O-Yell, οι Villa 21, οι South of No North, οι Metro Decay, οι Reporters και άλλοι. Τώρα, εννέα χρόνια μετά τη διάλυση της Creep, είναι κοντά μας ο Μπάμπης Δαλίδης και μας μιλάει για την Creep του τότε, και για τη νέα αρχή της σήμερα.

iR.- Μπάμπη, πώς αποφάσισες να ιδρύσεις την Creep, και πόσο δύσκολο ήταν αυτό εκείνη την εποχή;

Την απόφαση την πήρα από την τρέλλα της ηλικίας. 'Ημουν τότε 23 χρονών, πιτσιρικάς δηλαδή. Κάτι τέτοιο, ένας μεγαλύτερος θα το στάθμιζε από 100 πλευρές και θα έβλεπε ότι η αποτυχία θα ήταν προδιεγραμμένη. Εγώ όμως δε στεκόμουν στα οικονομικά, να βγάλω κέρδος δηλαδή, απλώς γούσταρα να βγεί αυτό το πράγμα. 'Ετσι δανείστηκα από κάτι μεγαλύτερους, κάτι θείες κ.τ.λ., γύρω στις πενήντα χιλιάδες, το οποίο δεν είναι και ποσό για να συζητήσουμε, και τους έλεγα "θα σας τα επιστρέψω, θέλω κάτι να κάνω, ένα σινγλάκι θέλω να βγάλω...". Πίστεα πως αν το κυνηγούσα το θέμα και το έσπρωχνα, με τους υπολογισμούς μου έφευγαν χίλια κομμάτια, πάνω - κάτω θα βγουν τα έξοδα. Αν λοιπόν γίνουν έτσι τα πράγματα και έχω και κάποιο κέρδος, με λιγότερα δανεικά πλέον θα έβγαζα και άλλο δισκάκι. Κάπως έτσι ήταν η δουλειά στο μυαλό μου, πολύ γενικά τα πράγματα. 'Ελεγα πάμε και ό,τι βγει. 'Ηθελα πολύ να βγεί κάτι, γιατί άκουγα μουσική αρκετά, έτρεχε σε live ελληνικών groups, και είχε γίνει καημός να βοηθήσω κάποια groups που πίστευα ότι αξίζουν να βγάλουν κάτι.

Το να ιδρύσεις μια ανεξάρτητη εταιρία όμως, δεν ήταν και κάτι εύκολο εκείνη την εποχή, και η ιστορία άρχισε ώς εξής. Ε, εγώ με τον Fill των Yell-O-Yell, ήμασταν στο ίδιο θρανίο στο σχολίο και ήμασταν κολλητοί. Μόλις τελειώσαμε το σχολείο, πέρασε ο Fill στο Πολυτεχνείο και εγώ στη Βιομηχανική και βρήκαμε ένα σπίτι και μέναμε μαζί. Τότε άρχισε να μου λέει "ξέρεις, θέλω να φτιάξω ένα group...", τα συζητάγαμε, και έτσι φτιάξαμε μαζί ένα σχήμα, που εγώ έπαιζα ντραμς, ο Fill κιθάρα και ο Κώστας Ποθουλάκης που ήταν φίλος του Fill κιθάρα. 'Ημασταν οι Villa 21. Εκείνο τον καιρό εγώ πήγα φαντάρος και τον καιρό που υπηρετούσα ο Fill με τον Κώστα χάθηκαν. Μόλις απολύθηκα ο Fill είχε φτιάξει ένα νέο group τους Yell-O-Yell, ενώ ο Παθουλάκης είχε βρεί άλλους και συνέχιζε τους Villa. 'Ετσι, αφού είδα τους Y-O-Y σε κάτι πρόβες τους, εντυπωσιάστηκα από το σκοτεινό στυλ που είχαν, καθώς και εγώ τότε άκουγα Birthday Party, Cure, Bauhaus και δε συμμαζεύεται. Σκέφτηκα και είπα "Ρε πούστη, γιατί όχι; Αφού λέει το πράγμα. Δηλαδή το συναίσθημα που παίρνω λέει, άσχετα το ότι ήταν ένας φίλος μου. Δεν το κάνω για ψυχικό στο φίλο μου". Ούτως ή άλλως, τον Fill τον παραδεχόμουνα ως μουσικό από παλιά, από τότε που εγώ βάραγα κάτι τάπερ και αυτός έπαιζε με μια ακουστική κιθάρα. 'Ετσι αφού βρήκα εκείνα τα δανεικά, βάζω μπρος για να στήσω την Creep, και να βγάλω το πρώτο σινγκλ των Yell-O-Yell. 'Επρεπε λοιπόν τώρα να έρθω σε επαφή με στούντιο, με εργοστάσια, με εξώφυλλα. 'Ενα πράγμα πρωτόγνωρο για μένα, που μάλιστα έπρεπε να το ψάξω και ολομόναχος,διότι οι μόνες εταιρίες που έβγαζαν τότε δίσκους ήταν πέντε - έξι μεγάλες εταιρίες. Δεν μπορούσα να πάω σε μια μεγάλη εταιρία και να πω ότι θέλω να φτιάξω μια ανεξάρτητη, και πώς γίνεται; Είχα να τα ψάξω όλα μόνος μου. Τέλος πάντων, αφού πήγα σε μερικά στούντιο ψάχνοντας να βρώ κάποιους συνεργάσιμους ανθρώπους γιατί τότε σε στούντιο πήγαιναν μόνο λαϊκοί και φίρμες, και για τα ροκ group έλεγαν "Ροκ συγκρότημα; Αληταράδες...", μην κοιτάς τώρα που υπάρχουν και μερικοί ψαγμένοι, τότε όλα αυτά ήταν στην αρχή. Βρήκαμε ένα στούντιο που δέχτηκε λοιπόν. Βέβαια κουφάθηκαν εκεί οι άνθρωποι μόλις άρχισαν οι ηχογραφήσεις, δεν μπορώ να πώ!

iR.- Δεν είχαν ξανακούσει κάτι τέτοιο, ε;

'Οχι μόνο αυτό, αλλά για να καταλάβεις ο Fill για να γράψει το "Shoot The Truth" είχαμε σβήσει τα φώτα και είχαμε ανάψει τρία - τέσσερα κεριά. Ο Fill βρισκόταν σε μια κάτασταση, ας πούμε, κυλιόταν στο πάτωμα, ο ηχολήπτης από την άλλη να ουρλιάζει πως το μικρόφωνο πρέπει να είναι σε μια θέση και σε μια απόσταση τάδε, ενώ ο Fill κουτρουβάλαγε χάμω με τα ακουστικά στην τσίτα, όπου στο τέλος οι άνθρωποι έλεγαν "τί είναι αυτά; Εδω έρχονται και γράφουν σοβαροί άνρθωποι". Τους συζήταγα και εγώ προσπαθώντας να εξομαλύνω τα πράγματα, αλλά μετά είχαμε και διαφωνίες για την παραγωγή, γιατί είχαν γραφτεί όλα τα κανάλια και μετά έπρεπε να γίνει το μιξάρισμα. Του έλεγα "Βάλε το μπάσο πιο δυνατά", "Το μπάσο δε νοείται να είναι πιο δυνατά από την κιθάρα ή την μπότα" μου έλεγε και συνέχιζε "Στο κάτω - κάτω εγώ δεν ξέρω; Εγώ γράφω και έτσι και αλλιώς, και Νταλάρα, και εσύ ο πιτσιρικάς θα μου κάνεις τον παραγωγό;". Του έλεγα και εγώ "Μα, το θέμα δεν είναι να βγεί όπως εσύ το καταλαβαίνεις σωστό, το θέμα είναι να βγεί όπως εγώ το καταλαβαίνω σωστό! Εγώ δεν πληρώνω εν πάσι περιπτώσι; Μια μπούρδα θέλω να βγάλω, αυτό που έχω στο μυαλό μου. Μπορείς να με βοηθήσεις;". Τέλος πάντων με τα χίλια βάσανα τελείωσε και αυτό το δισκάκι. Μετά είχα να το πάω στο εργοστάσιο. 'Αλλα προβλήματα και εκεί. Μου έλεγαν "Μόνος σου το έβγαλες αυτό; Αριθμό λογοκρισίας έχεις;", "Αριθμό λογοκρισίας; Δεν το ξέρω αυτό το πράγμα" τους έλεγα. Μου εξήγησαν ότι έπρεπε να πάω στο τάδε υπουργείο, να δώσω τους στίχους, να εγκριθεί και να μου δώσουν την άδεια. Αφού έγινε και αυτό, ξαναπήγα στο εργοστάσιο. Μου είπαν πάλι εκεί ότι το maximum κάθε πλευράς πρέπει να είναι μέχρι τέσσερα λεπτά. Το "Shoot The Truth" ήταν επτά λεπτά όμως. Μόλις τους το είπα αυτό μου επαν "Τρελός είσαι ρε φίλε; Δεν έχει ξαναβγεί επτά λεπτά σε σινγλ. Θα κάνουμε Fade out στη μέση του κομματιού, και θα μείνει το μισό", "Τί το μισό, αφού το κομμάτι τόσο είναι" τους έλεγα, "Καινούργια ήθη και έθιμα θα φέρεις εσύ; Αν γίνει θα στριμωχτεί πολύ, θα πέσει η


Μετακίνηση προς την επόμενη σελίδα
Επιστροφή στην προηγούμενη σελίδα
Επιστροφή στην αρχική σελίδα του τεύχους 48
Επιστροφή στην αρχική σελίδα του in Rock
Επιστροφή στην αρχική σελίδα του Lpc

Αυτή η σελίδα ανανεώθηκε τελευταία φορά στις 3 Μαϊου 1996
Υπεύθυνος: Lpc